πιστάγκωνα

πιστάγκωνα
Ν
επίρρ. βλ. πισθάγκωνα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • πιστάγκωνα — επίρρ. τροπ., βλ. πισθάγκωνα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πισθάγκωνα — και πιστάγκωνα και οπισθάγκωνα, Ν επίρρ. 1. με τους αγκώνες προς τα πίσω 2. φρ. «δένω κάποιον πισθάγκωνα» δένω τα χέρια κάποιου με τους καρπούς και τους αγκώνες ενωμένους πίσω από τον κορμό του. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. οπισθάγκωνα < ὄπισθεν + αγκών(ας)… …   Dictionary of Greek

  • οπισθάγκωνα — και πιστάγκωνα (επίρρ. τροπ.), με τους αγκώνες δεμένους πίσω, με τα χέρια δεμένα πίσω: Τον πήραν δεμένο πιστάγκωνα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πισθάγκωνα — και πιστάγκωνα επίρρ. τροπ., με τους αγκώνες πίσω: Του έδεσαν τα χέρια πιστάγκωνα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • οπισθάγκωνα — (ΑΜ ὀπισθάγκωνα) επίρρ. βλ. πιστάγκωνα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”